Δ ύσκολα θα βρει κανείς άλλη γυναίκα επιστήμονα της οποίας η ζωή και το έργο να έχουν γίνει αντικείμενο τόσο διαφορετικών εκτιμήσεων από τους ιστορικούς της επιστήμης και τους βιογράφους, όσο η ζωή και το έργο της Rozalind Franklin
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι από τα 26 χρόνια της ήταν ήδη σπουδαία ερευνήτρια. Για αρκετούς όμως βιογράφους της η φήμη που τη συνόδευε ελάχιστα βοήθησε στη μείωση της προκατάληψης με την οποία η τότε επιστημονική κοινότητα αντιμετώπιζε μια γυναίκα επιστήμονα. Επίσης, είναι πέραν πάσης συζητήσεως, ότι με την εργασία της προσέφερε πολύτιμες πληροφορίες για τη δομή του μορίου του DNA, χωρίς τις οποίες η αποκρυπτογράφηση της θα καθυστερούσε να επιτευχθεί· όμως αυτή η προσφορά της αν και δεν αγνοήθηκε, ποτέ δεν τιμήθηκε, ούτε στη διάρκεια της ζωής της, ούτε μετά το θάνατό της. 
Περιγράφηκε από βιβλία και ταινίες σαν μια απρόσιτη και επιθετική γυναίκα που είχε αποβάλλει τη θηλυκότητά της· πολλοί όμως που την γνώρισαν από κοντά μιλούν για ένα ευαίσθητο άνθρωπο που έκρυβε τη συστολή του πίσω από μια απότομη συμπεριφορά.

Τα μαθητικά χρόνια και οι σπουδές στο Cambridge

Η σύντομη ζωή της ξεκίνησε τον Ιούλιο του 1920 στο Λονδίνο. Ήταν γόνος μιας ορθόδοξης εβραϊκής οικογένειας με μακριά αστική και συντηρητική παράδοση. Ο πατέρας της ασκούσε το επάγγελμα του τραπεζικού, ενώ η μητέρα της, όπως και άλλες γυναίκες της οικογένειας ασχολούντο με την υποστήριξη των αναξιοπαθούντων μελών της εβραϊκής κοινότητας του Λονδίνου. Στη δραστηριότητα αυτή δεν άργησε να εμπλακεί και η ίδια η Franklin ιδιαίτερα μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1930, οπότε οι διώξεις που εξαπέλυσε ο Χίτλερ εναντίον των Εβραίων και συνεπώς το κύμα γερμανο-εβραίων προσφύγων στη Βρετανία είχαν αυξηθεί. 

Το 1932 γράφτηκε στο δημόσιο γυμνάσιο του Αγίου Παύλου. Ως μαθήτρια διακρίθηκε για τις επιδόσεις της στα Μαθηματικά, τις Θετικές επιστήμες και τα σπορ. Στην ηλικία των 15 ετών αποφάσισε ότι θα γίνει επιστήμονας, παρά τις επιφυλάξεις του πατέρα της που πίστευε ότι ανώτατες σπουδές δεν προσιδιάζουν σε μια γυναίκα και επιθυμούσε τόσο η Franklin όσο και η αδέλφή της να ακολουθήσουν την φιλανθρωπική παράδοση των γυναικών της οικογένειας. Τελικά οι αντιστάσεις του κάμφθηκαν και το 1938 η Franklin ενεγράφη στο κολλέγιο Newnham του Cambridge απ΄όπου αποφοίτησε το 1941. Με την ολοκλήρωση των πανεπιστημιακών σπουδών της, της δόθηκε μια υποτροφία για ένα χρόνο προκειμένου να δουλέψει πάνω στη χρωματογραφία αέριας φάσης. Στη διάρκεια αυτού του χρόνου στο Cambridge η Franklin διέμενε σε ένα μικρό ξενοδοχείο που το είχε ανοίξει και το διηύθυνε ένας Γάλλος φυσικός, ο Adrienne Weil
Η φιλία που ανέπτυξε μαζί του τη βοήθησε να απαγκιστρωθεί από το συντηρητικό πνεύμα που της είχε εμφυσήσει η οικογένειά της και το σχολείο του Αγίου Παύλου και επίσης να ξεκαθαρίσει πολιτικές ιδέες και θρησκευτικές πεποιθήσεις. Το 1942 η Franklin επιθυμώντας να προσφέρει τις υπηρεσίες της στον πόλεμο προσελήφθη από τον Βρετανικό Οργανισμό Έρευνας των Χρήσεων του Άνθρακα (ΒΟΕΧΑ) του οποίου η δραστηριότητα είχε μεγάλη πρακτική σημασία για την έκβαση του πολέμου. Πράγματι πριν γίνει 26 χρονών είχε ήδη δημοσιεύσει 5 εργασίες που θεωρούνται κλασικές στον τομέα των υψηλής αντοχής ινών άνθρακα και απετέλεσαν τη βάση της διδακτορικής διατριβής της στη Φυσικοχημεία την οποία ολοκλήρωσε στο Πανεπιστήμιο του Cambridge το 1945.

Στο Παρίσι

Με το τέλος του πολέμου το 1946, η Franklin αποφάσισε να εγκαταλείψει τον ΒΟΕΧΑ. Σε ένα γράμμα της που έστειλε στον Adrienne Weil (ο οποίος στο μεταξύ είχε επιστρέψει στο Παρίσι) του ζήτησε να κοιτάξει αν μπορεί να βρει κάποιον «που να ενδιαφέρεται για τις υπηρεσίας μιας φυσικοχημικού που ήξερε λίγη Φυσικοχημεία, αλλά πολλά για τις τρύπες του άνθρακα». Για καλή της τύχη ο Adrienne είχε φίλο τον Marcell Mathieu, έναν διακεκριμένο Γάλλο επιστήμονα και αντιστασιακό, που κατείχε μια υπεύθυνη κυβερνητική θέση στην υπηρεσία που ήλεγχε τη Γαλλική επιστημονική έρευνα. Ο Adrienne γνωρίζοντας ότι ο Mathieu θα επισκεπτόταν την Αγγλία για να παραβρεθεί σε ένα συνέδριο στο οποίο η Franklin θα παρουσίαζε μια εργασία της, την ειδοποίησε σχετικά. Στο συνέδριο η συνάντηση των δύο επιστημόνων αποδείχτηκε καρποφόρα. Η Franklin αντιλήφθηκε ότι είχε απέναντι της κάποιον που τον οποίον μπορούσε να αποδεχτεί και να σεβαστεί, οπότε ήταν άσκοπο να επιδείξει την αμυντική πλευρά του χαρακτήρα της. Ο Mathieu εντυπωσιάστηκε από την νεαρή επιστήμονα και διέβλεψε την μελλοντική επιστημονική εξέλιξη της. 
Έτσι το Φεβρουάριο του 1947 η Franklin διορίστηκε στο Κεντρικό Εργαστήριο του Γαλλικού κράτους ως ερευνήτρια. Η Franklin πέρασε 4 από τα πιο παραγωγικά χρόνια της ζωής της στη Γαλλία. Στο Κεντρικό εργαστήριο έμαθε από τον Jacques Mering την τεχνική της περίθλασης με ακτίνες Χ
Στο διάστημα αυτό δημοσίευσε αρκετές σημαντικές εργασίες και κέρδισε την αποδοχή των συναδέλφων της που αναγνώρισαν τη διανοητική τόλμη της, τις εργαστηριακές ικανότητές της και την προσήλωσή της σε ότι καταπιανόταν. Η ζωή στη Γαλλία και η απομάκρυνσή της από τους περιορισμούς που έθετε το συντηρητικό περιβάλλον της στην Αγγλία, τη βοήθησαν να επεκτείνει την προσωπική ελευθερία της, να χαλαρώσει και να απολαύσει τη δουλειά της, τη συνεργασία της με τους συναδέλφους της, το πνευματικό κλίμα και τις χαρές της ζωής στο Παρίσι. Όταν αργότερα συνειδητοποίησε ότι η παραμονή στη Γαλλία δεν μπορούσε να τις εξασφαλίσει μια μόνιμη επιστημονική απασχόληση, (γιατί ήταν πολίτης μιας ξένης χώρας) και αποφάσισε να επιστρέψει στο Λονδίνο, αναρωτήθηκε μήπως η απόφαση της αυτή ήταν «το χειρότερο λάθος στη ζωή της».

Η πρόσληψή της στο King’s College

Τον Ιανουάριο του 1951 επέστρεψε στην Αγγλία ως ερευνητής στο εργαστήριο του Sir John Randall στο King's College. Αν η απόφασή της να εγκαταλείψει τη Γαλλία ίσως αποδείχτηκε λανθασμένη, η απόφασή της να στρέψει το ενδιαφέρον της στη Βιολογία, ήταν άκρως επιτυχής, μια και την έφερε την κατάλληλη στιγμή στην κατάλληλη θέση. Εκείνη την εποχή το ερευνητικό ενδιαφέρον για τα βιολογικά μακρομόρια και ιδιαιτέρως για το DNA ήταν μεγάλο, ενώ το εργαστήριο του Randall βρισκόταν στο προσκήνιο της σχετικής έρευνας. 
Αποδεχόμενη λοιπόν η Franklin το διορισμό της ως βοηθός ερευνητή στο King’ College είχε μια θαυμάσια ευκαιρία και ταυτόχρονα μια πρόκληση, να επεκτείνει την εφαρμογή της τεχνικής της περίθλασης, από τους απλούς κρυστάλλους στα πολύπλοκα βιολογικά μακρομόρια. Η πρόσληψη της Franklin από τον Randall της έγινε με σκοπό την εφαρμογή της τεχνικής στις πρωτεΐνες και το στήσιμο μιας νέας μονάδας περίθλασης με ακτίνες Χ στο εργαστήριο. 
Στην πρώτη όμως συνάντηση της Franklin με τον Randall, ο τελευταίος τής ανέθεσε να εφαρμόσει την τεχνική αυτή στη μελέτη του DNA και όρισε ως βοηθό της τον μεταπτυχιακό φοιτητή Raymond Gosling, που ως τότε ήταν συνεργάτης του απουσιάζοντος σε διακοπές Μaurice Wilkins, επίσης υπευθύνου για τη μελέτη του DNA. 

Έτσι ο Wilkins με την επιστροφή του από τις διακοπές των Χριστουγέννων βρήκε την Franklin να ασχολείται με ένα αντικείμενο που το θεωρούσε δικό του, υποβοηθούμενη από τον δικό του μεταπτυχιακό φοιτητή. Αρκετά χρόνια αργότερα ο Wilkins είδε το έγγραφο με το οποίο προσελήφθη η Franklin στο οποίο περιγράφονταν με ασαφή τρόπο οι αρμοδιότητές της, που ποτέ δεν αποσαφηνίστηκαν πλήρως σε κανένα από τους δύο. Χειρότερη αρχή για τη σχέση των δύο επιστημόνων δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Η αρχική καχυποψία δεν άργησε να μετατραπεί σε ψυχρότητα καθώς και οι δύο ερευνητές είχαν ισχυρές αλλά ολοκληρωτικά αντίθετες προσωπικότητες. Ο Wilkins πίστευε ότι η Franklin έπρεπε να περιοριστεί σε ρόλο βοηθού του, ενώ η Franklin θεωρούσε ότι η μελέτη του DNA είχε περάσει πλέον στην αποκλειστική ευθύνη της.

Η Rozalind Franklin και η δίκλωνη έλικα

Όπως ήδη ελέχθη η Franklin επέλεξε να μεταπηδήσει από τη Φυσική και τη Χημεία στη Βιολογία την κατάλληλη χρονική στιγμή. Από το 1952 είχε επιβεβαιωθεί οριστικά ότι το γενετικό υλικό είναι το DNA και η επιστημονική κοινότητα κατανοώντας πόσο πολύ θα φώτιζε η γνώση της ακριβούς δομής του DNA, τη λειτουργία του ως γενετικό υλικό, είχε αποδυθεί στην ανακάλυψή της. Αν και υπήρχε αρκετή συσσωρευμένη γνώση που έκανε εφικτή τη μελέτη του μορίου, δεν υπήρχε συμφωνία μεταξύ των ομάδων και των ατόμων που είχαν εμπλακεί στην επίλυση του μυστηρίου της δομής του, για τη μεθοδολογία με την οποία θα αξιοποιείτο. 
Ο Linus Pauling διακεκριμένος χημικός του Caltech και οι James Watson και Francis Crick του Cambridge πίστευαν ότι η αποκάλυψη μπορεί να γίνει με την κατασκευή μοντέλων, μία μέθοδο την οποία ήδη ο Pauling είχε αξιοποιήσει αποδοτικά στην εύρεση της δομής των πρωτεϊνών. Αντιθέτως ο Astbury του Πανεπιστημίου του Leads και o Wilkins προσπαθούσαν να αντλήσουν πληροφορίες για τη δομή του μορίου από τις φωτογραφίες με ακτίνες Χ. 
Η Franklin που αμέσως μετά την εγκατάστασή της στο King’s College άρχισε να εφαρμόζει την τεχνική της περίθλασης στο DNA πίστευε, ότι η κατασκευή μοντέλων θα μπορούσε να ήταν αποδοτική μόνο αν αξιοποιούσε στο έπακρο τα δεδομένα που είχαν συλλεχθεί με την τεχνική της περίθλασης. Τα αποτελέσματα της δουλειάς της δεν άργησαν να φανούν. Ήδη από το 1951 η Franklin με τον Raymond Gosling είχαν πάρει μερικές εξαιρετικές φωτογραφίες του μορίου με τη χρήση της περίθλασης των ακτίνων Χ και είχαν ανακαλύψει ότι το μόριο υφίσταται σε δύο μορφές που ονομάστηκαν από την ίδια Α και Β. Στη λιγότερη ενυδατωμένη μορφή Α τα ινίδια του DNA είναι κοντά και παχιά ενώ στην περισσότερο ενυδατωμένη μορφή Β τα ινίδια είναι λεπτά και μακριά. Μετά την ανακάλυψη αυτή συμφωνήθηκε η δουλειά στο εργαστήριο να χωριστεί. Η Franklin θα έπαιρνε υπό την ευθύνη της τη μελέτη της Α μορφής, ενώ ο Wilkins τη μελέτη της Β μορφής, που όπως αποδείχτηκε αργότερα μπορούσε να παράσχει περισσότερο ερμηνεύσιμες πληροφορίες για τη δομή του μορίου. 
Οι φωτογραφίες που είχε πάρει η Franklin αλλά και η συσκευή που είχε εγκαταστήσει ήταν πιο καλές από τις φωτογραφίες και τη συσκευή του Wilkins. Χαρακτηριστικά ο J. D. Bernal που ήταν ένας από τους πρωτοπόρους στην τεχνική της περίθλασης ανέφερε ότι οι φωτογραφίες της Franklin ήταν «ανάμεσα στις ομορφότερες φωτογραφίες με ακτίνες Χ που έχουν ληφθεί από οποιαδήποτε ουσία». 
Ωστόσο οι φωτογραφίες και των δύο παρουσιάστηκαν τον Νοέμβριο του 1951 σε ένα εσωτερικό σεμινάριο που έγινε στο King’s College, στο οποίο ήταν παρών και ο James Watson. Αμέσως μετά ο Watson και ο Crick - με βάση όσα θυμόταν ο Watson από την ομιλία της Franklin στο σεμινάριο - κατασκεύασαν ένα μοντέλο με δομή τριπλής έλικας και τις βάσεις τοποθετημένες στο εξωτερικό του, που απορρίφθηκε αμέσως από την Franklin ως λανθασμένο. 

H φωτογραφία 51

Τον Μάιο του 1952 η Franklin κατόρθωσε να πάρει μια ιδιαίτερα καλή φωτογραφία της Β μορφής (η περίφημη φωτογραφία 51) της οποίας η ερμηνεία δεν άφηνε καμία αμφιβολία ότι το μόριο έχει τη μορφή διπλής έλικας. Λόγω όμως της συμφωνίας που είχε κάνει με τον Wilkins του την έδωσε, χωρίς να επιχειρήσει να την ερμηνεύσει περαιτέρω. Ωστόσο στην τελευταία αναφορά της στο King's College τον Δεκέμβριο του 1952 (γιατί είχε αποφασίσει να το εγκαταλείψει και να εργαστεί με τον Bernal στο Birkbeck College) παραθέτει τις αποστάσεις μεταξύ των φωσφορικών ομάδων του DNA και υποστηρίζει ότι βρίσκονται στο εξωτερικό του. Συνεπώς τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή είχαν γίνει γνωστά 3 από τα 5 χαρακτηριστικά της δομής του μορίου, το ένα χάρη στην εργασία ενός αυστριακού βιοχημικού του Edwin Chargaff και τα υπόλοιπα δύο χάρη στην εργασία της Franklin:

  • Η αναλογία (A+G)/(T+C) ήταν περίπου ίση με 1. (Συνεισφορά του Edwin Chargaff, από τις αρχές της δεκαετίας του 1950)
  • Το μόριο έχει τη μορφή έλικας. (Συνεισφορά της Franklin)
  • Οι φωσφορικές ομάδες είναι τοποθετημένες στο εξωτερικό του. (Συνεισφορά της Franklin).
Αυτό που έλειπε ώστε να διατυπωθεί το μοντέλο της δίκλωνης έλικας ήταν τα δύο άλλα χαρακτηριστικά δηλαδή η αντιπαράλληλη κατεύθυνση προς την οποία τρέχουν οι δύο κλώνοι και η συμπληρωματικότητα των αζωτούχων βάσεων. Την ίδια περίοδο από τις άλλες ομάδες που δραστηριοποιούνταν στην επίλυση της δομής του DNA, o Linus Pauling - που πίστευε στην καταλληλότητα της δομής της έλικας για τη σταθερότητα των βιολογικών μακρομοριών - είχε κατασκευάσει ένα μοντέλο στο οποίο είχαν ενσωματωθεί πολλά από τα δεδομένα της περίθλασης των ακτίνων Χ. Σε αυτό όμως το μοντέλο επαναλαμβανόταν το λάθος του πρώτου μοντέλου των Watson και Crick, καθώς οι αζωτούχες βάσεις ήταν τοποθετημένες στο εξωτερικό του μορίου.

Ο Astbury είχε πάρει μερικές φωτογραφίες του DNA που ήταν όμως πολύ κακής ποιότητας και ο Wilkins είχε καταλήξει ερμηνεύοντας τις δικές του φωτογραφίες σε πολλά από τα συμπεράσματα στα οποία είχε καταλήξει και η Franklin. Οι Watson και Crick μετά το πρώτο αποτυχημένο μοντέλο που είχαν κατασκευάσει συνέχιζαν με επιμονή να εργάζονται πάνω στην κατασκευή μοντέλων, χωρίς όμως να διαθέτουν οι ίδιοι πειραματικά δεδομένα για να τα ενσωματώσουν σε αυτά.
Στις αρχές του 1953 ο Pauling έστειλε στο γιο του Peter που σπούδαζε στο Cambridge μια επιστολή στην οποία του ζητούσε την άποψή του για το (λανθασμένο) μοντέλο που είχε σχεδιάσει. Ο Watson εξαιτίας της γνωριμίας του με τον Peter Pauling, είχε την ευκαιρία να δει την επιστολή που έστειλε στον τελευταίο ο πατέρας του και έσπευσε δύο ημέρες μετά να μεταβεί στο King’s College προκειμένου να σχολιάσουν μαζί με την Franklin το προτεινόμενο μοντέλο. Η Franklin όμως τον απέπεμψε και εκείνος στράφηκε στον Wilkins που στη συζήτηση που είχαν του έδωσε την φωτογραφία 51, έν αγνοία της Franklin. Ο Watson στο βιβλίο του "Διπλή έλικα" αναφέρει ότι βλέποντας τη φωτογραφία «το στόμα μου άνοιξε διάπλατα και οι σφυγμοί μου άρχισαν να κτυπούν δυνατά».

Λίγο αργότερα ο Max Perutz (ήταν επικεφαλής του εργαστηρίου Cavendish του Cambridge στο οποίο ήταν μεταπτυχιακός φοιτητής ο Crick), λαμβάνοντας ένα κυβερνητικό έγγραφο με τα δεδομένα που είχε καταθέσει η Franklin στην αναφορά της του Δεκεμβρίου του 1952 στο King’s College, το έδωσε στον Crick.
Έτσι πλέον οι δύο ερευνητές είχαν στα χέρια τους τα δεδομένα που τους έλειπαν και επίσης, μαζί με την επιμονή να επιτύχουν, την ικανότητα να τα συνδυάσουν και να εξαγάγουν τα δύο κρίσιμα χαρακτηριστικά που συμπληρώνουν το πάζλ της δομής του DNA. O Crick αντιλήφθηκε ότι οι δύο έλικες πρέπει να είναι αντιπαράλληλες, ενώ στο Watson οφείλεται η ανακάλυψη ότι οι αζωτούχες βάσεις στο εσωτερικό του μορίου σχηματίζουν καθορισμένα ζευγάρια.

Στις 2 Απριλίου του 1953 οι δύο επιστήμονες έστειλαν στο περιοδικό Nature ένα άρθρο με τίτλο «Μια δομή για το δεσοξυριβοζονουκλεϊκό οξύ» που δημοσιεύθηκε την 25η Απριλίου του ίδιου έτους. Στο άρθρο αυτό παρατίθενται τα δεδομένα και οι υποθέσεις που τους οδήγησαν στη διατύπωση του μοντέλου της δίκλωνης έλικας και σημειώνουν ότι «ωθηθήκαμε επίσης από μια γενική γνώση των αδημοσίευτων πειραματικών αποτελεσμάτων και ιδεών των Δρ Wilkins, Δρ. Franklin και των συνεργατών τους στο King’s College».

Μετά τη δημοσίευση του άρθρου η Rosalind Franklin σχολιάζοντάς το μοντέλο που προτάθηκε επεσήμανε ότι «Είναι πολύ όμορφο, πώς όμως μπορούν να αποδείξουν ότι ισχύει» Αρκετά αργότερα ο F. Crick στο βιβλίο του "Τι τρελό κυνηγητό", ανέφερε: «Η διπλή ελικοειδής δομή του DNA τελικά επιβεβαιώθηκε στις αρχές μόλις της δεκαετίας του 1980. Χρειάστηκε πάνω από 25 χρόνια, για να θεωρηθεί το μοντέλο μας από σχετικά αληθοφανές ως σχεδόν αληθινό (λόγω της λεπτομερειακής δουλειάς στις ίνες του DNA) και, τελικά, ως απολύτως σωστό». Επίσης και εκείνη και ο Wilkins σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στο ίδιο τεύχος το περιοδικού Νature προσφέρουν πρόσθετα στοιχεία για την ελικοειδή φύση των νουκλεϊκών οξέων.
Το 1962 οι F. Crick. J. Watson και Μ. Wilkins τιμήθηκαν με το βραβείο Νόμπελ στη Φυσιολογία και την Ιατρική για «τις ανακαλύψεις τους που σχετίζονται με τη μοριακή δομή των νουκλεϊκών οξέων και τη σημασία της για τη μεταφορά της γενετικής πληροφορίας στην έμβια ύλη».

Στο Κολλέγιο του Birkbeck

Όταν ο Watson και ο Crick δημοσίευαν το άρθρο τους στο περιοδικό Nature η Franklin είχε ήδη εγκατασταθεί στο Κολλέγιο του Birkbeck στο οποίο εφάρμοσε την τεχνική της περίθλασης στους ιούς. Στα τεσσεράμισι χρόνια της παραμονής της εκεί δημοσίευσε 17 εργασίες, οι οποίες έθεσαν τις βάσεις της δομικής ιολογίας και καθόρισαν τη σχέση μεταξύ του RNA και του πρωτεϊνικού καλύμματος των ιών. Οι περισσότερες από αυτές εκπονήθηκαν ενώ είχε πλέον νοσήσει από καρκίνο των ωοθηκών, την νόσο που της έκοψε στην ηλικία των 37 ετών το νήμα της ζωής. Συνέχιζε να πηγαίνει σχεδόν καθημερινά στο εργαστήριό της στο Birkbeck ως και τρεις βδομάδες πριν την 16η Απριλίου του 1958 ημερομηνία του θανάτου της. 'Ισως ο θάνατός της να οφείλεται στη μακροχρόνια έκθεσή της στην ακτινοβολία Χ.
 

Επίλογος

Η Rosalind Franklin δεν τιμήθηκε στη διάρκεια της ζωής της, ούτε όμως και μετά το θάνατό της για τη μεγάλη της συνεισφορά στην επιστήμη, παρά το ότι η συνεισφορά αυτή πλέον αποτελεί κτήμα όλης της επιστημονικής κοινότητας.Στην ιστοσελίδα του οργανισμού των βραβείων Νόμπελ αναφέρεται: Από πολλούς υποστηρίζεται ότι το βραβείο Νόμπελ έπρεπε να έχει απονεμηθεί και στη Rosalind Franklin, δεδομένου ότι τα πειραματικά δεδομένα της παρείχαν ένα πολύ σημαντικό μέρος των πληροφοριών που οδήγησαν στην επίλυση της δομής του DNA. Σε μια πρόσφατη συνέντευξή του στο περιοδικό Scientific American ο ίδιος ο Watson πρότεινε ότι «θα ήταν μια καλή ιδέα να δοθεί στον Wilkins και την Franklin το βραβείο Νόμπελ στη Χημεία και στον ίδιο και τον Crick το βραβείο στην Φυσιολογία ή την Ιατρική, έτσι ώστε να είχαν τιμηθεί και οι τέσσερις». 
Όμως καταστατικά το βραβείο Νόμπελ απονέμεται μόνο σε πρόσωπα που βρίσκονται εν ζωή, έτσι ώστε η βράβευση το 1962 να μη ήταν εφικτή. Μπορεί όμως η Franklin να ήταν υποψήφια γι’ αυτήν ενώ ακόμη ζούσε. Τα αρχεία Νόμπελ που περιλαμβάνουν τις υποψηφιότητες που συνδέονται με τα βραβεία δεν δημοσιεύονται. Μετά όμως την παρέλευση 50 ετών από την απονομή ενός συγκεκριμένου βραβείου τα αρχεία των υποψηφιοτήτων απελευθερώνονται. Επομένως το 2008 θα είναι δυνατόν να δούμε αν η Rosalind Franklin υπήρξε υποψήφια για το βραβείο Νόμπελ σχετικά με την έλικα του DNA.