Λίγα χρόνια μετά την πτώση του επαίσχυντου τείχους του Βερολίνου κυκλοφορούσε μια ανεπιβεβαίωτη επιστημονικά ιστορία για τα κουνέλια που είχαν εγκλωβιστεί στην ουδέτερη ζώνη μεταξύ των δύο Γερμανιών, ζώνη που καθώς ήταν απρόσιτη από τον άνθρωπο είχε μετατραπεί σε μια περιοχή πλούσιας βιοποικιλότητας και πραγματικό παράδεισο για τα συμπαθή τρωκτικά.

  Σύμφωνα με την ιστορία αυτή, κάθε απόπειρα των εγκλωβισμένων κουνελιών να σμίξουν με τα κουνέλια που βρίσκονταν στη δυτική πλευρά, έληγε άδοξα:  Η πλειονότητα των ... φυγάδων γίνονταν στόχος των ανατολικογερμανών σκοπών, που στη συνέχεια τα συνέλεγαν  για να τα οδηγήσουν στην ... κατσαρόλα του φυλακίου. Βεβαίως έσκαβαν κι αυτά - όπως και οι δύστυχοι ανατολικογερμανοί πολίτες στα χρόνια από το 1961 ως το 1989 - υπόγειες σήραγγες,  που οδηγούσαν στο δυτικό μπλοκ. Αρχικά οι σήραγγες αυτές αντιμετωπίστηκαν με ανεκτικότητα από το Ανατολικογερμανικό καθεστώς, που διέταζε τους διασυνοριακούς φρουρούς να αφήνουν τα κουνέλια ανενόχλητα. Όταν όμως το φαινόμενο άρχισε να παίρνει διαστάσεις, το καθεστώς φοβούμενο ότι το παράδειγμα των κουνελιών θα γινόταν πηγή έμπνευσης για τους πολίτες του και αφορμή για αντικαθεστωτικά ανέκδοτα και ενοχλητικούς παραλληλισμούς, οι διαταγές ήταν σαφείς: Οι τετράποδοι φυγάδες, έπρεπε να πυροβολούνται!

Φωτογραφία από την πλέον φημισμένη απόδραση, η οποία έγινε το 1964 μέσω του "Τούνελ 57" που έλαβε το όνομά του από τους 57 πολίτες - μεταξύ των οποίων παιδιά και ηλικιωμένοι. Τη σήραγγα, που οδηγούσε στην οδό Bernauer Strasse, είχαν σκάψει ανατολικογερμανοί φοιτητές. 

Έτσι καθώς περνούσαν το ένα μετά το άλλο, τα 30 περίπου χρόνια - αναπαραγωγικής - απομόνωσης του ανατολικού, από τον δυτικό πληθυσμό κουνελιών, οι διαφορές που είχαν προκύψει από τους μηχανισμούς παραγωγής γενετικής ποικιλομορφίας (μεταλλάξεις κ.ά.) στον ανατολικό πληθυσμό, εδραιώνονταν, ώστε να θέτουν τις βάσεις για τη δημιουργία μιας νέας ποικιλίας. 

Όταν το τείχος έπεσε, καταρρίφθηκε μαζί του και ο αναπαραγωγικός φραγμός μεταξύ των κουνελιών που βρίσκονταν στις δύο πλευρές του τείχους. Έτσι τα κουνέλια μπορούσαν πλέον να ζευγαρώνουν μεταξύ τους, και η διαδικασία απόκλισης του ανατολικού πληθυσμού-που θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάδυση ενός νέου υποείδους-ανεκόπη. 

Αυτά λοιπόν τα εγκλωβισμένα και στη συνέχεια απελευθερωθέντα κουνέλια ερχόμενα σε επαφή με τον άνθρωπο, τους πολύβοους και γεμάτους κυκλοφορία δρόμους του Δυτικού Βερολίνου, τα βρήκαν στην αρχή πολύ σκούρα: βρίσκονταν σε ένα νέο περιβάλλον που δεν γνώριζαν και προς το οποίο δεν είχαν ακόμη προσαρμοστεί. 

Πολλά έπεφταν θύματα των σκύλων, άλλα των τροχών των αυτοκινήτων και πολύ περισσότερα, φοβούμενα να εγκαταλείψουν τους θάμνους στους οποίους προστατεύονταν, πέθαιναν από την πείνα!

Αυτά τα τελευταία, πραγματικά,  γεγονότα για τις δυσκολίες των κουνελιών του ανατολικού μπλοκ, αξιοποίησε ο Πολωνός σκηνοθέτης Μπάρτεκ Κονόπκα, για να περιγράψει στην αλληγορία του: "Τα κουνέλια του Βερολίνου", τις δυσκολίες των Ανατολικογερμανών στην νέα, ενιαία πατρίδα τους. Είχαν αποκτήσει την πολυπόθητη ελευθερία τους· έπρεπε, όμως, να μάθουν και να ζουν με αυτήν.


Ας πούμε, κλείνοντας το μικρό αυτό σημείωμα ότι τα κουνέλια του Βερολίνου ενέπνευσαν το έργο και άλλων καλλιτεχνών. Μεταξύ αυτών, η καλλιτέχνις Karla Sachse κατασκεύασε το 1999, 120 ορειχάλκινες πλάκες που απεικόνιζουν, σε διάφορες στάσεις, τη σιλουέτα των βερολινέζικων κουνελιών. Οι πλάκες ενσωματώθηκαν στο οδόστρωμα και στα πεζοδρόμια της Chausseestraße, στην οποία υπήρχε ένα από τα κύρια σημεία διέλευσης μεταξύ του Ανατολικού και Δυτικού μπλοκ. Ήταν ο τρόπος της, να αποτίσει φόρο τιμής στους μικρούς αλλά ανένδοτους εραστές της ελευθερίας.