Τ ι παράξενη πορεία... Από το 1904, με το πτυχίο Ιατρικής στο χέρι, πείθει τον πατέρα του να χρηματοδοτήσει περαιτέρω σπουδές του, αντί να επιλέξει τη σίγουρη επαγγελματική καριέρα του στρατιωτικού γιατρού ή του ιδίωτη γιατρού στη γενέτειρά του, την Κύμη. Έτσι, το 1907, βρίσκεται στη Γερμανία να διδάσκεται Βιολογία από τον Ernst Haeckel, στο Πανεπιστήμιο της Ιένας και Γενετική, από τον August Weismann, ενώ παράλληλα εργάζεται για την ολοκλήρωση της διατριβής του, στο Ζωολογικό Ινστιτούτου του Μονάχου, που είχε ως θέμα τη “Φυλετική διαφοροποίηση της Δάφνιας”. 

Κι όταν, το 1910 επιστρέφει στην Ελλάδα, αναζητώντας - ανεπιτυχώς - μια ακαδημαϊκή καριέρα στη Βιολογία, γνωρίζει μια απόγονο της Μαντούς Μαυρογένους, την Ανδρομάχη την οποία παντρεύεται. Αμέσως μετά φεύγει για το Μονακό, αποδεχόμενος πρόταση να εργαστεί ως ερευνητής στο Ωκεανογραφικό Μουσείο του πριγκηπάτου. 
Είναι όμως φιλόπατρις και το 1912, παρατάει την έρευνα στο Ωκεανογραφικό Μουσείο και επιστρέφει στην Ελλάδα, για να λάβει μέρος, ως στρατιωτικός γιατρός, στον 1ο Βαλκανικό πόλεμο. Στο διάστημα αυτό αποφασίζει να μεταναστεύσει στις ΗΠΑ, πληροφορούμενος ότι η άνοδος των πανεπιστημιακών σπουδών εκεί, του ανοίγει προοπτικές ακαδημαϊκής σταδιοδρομίας. 

Ο Σεπτέμβριος του 1913 τον βρίσκει, μαζί με τη σύζυγό του στη νήσο Έλις να μοιράζεται, με χιλιάδες άλλους μετανάστες την ταλαιπωρία των νομικών και ιατρικών ελέγχων, προκειμένου να τους επιτραπεί η είσοδος στις ΗΠΑ.  Κι όταν ολοκληρώθηκαν οι διατυπώσεις, και το ζευγάρι έγινε δεκτό, τα πράγματα δεν βελτιώθηκαν με μιας. Οι πρώτες βδομάδες στην Αμερικανική μητρόπολη ήταν δύσκολες. Τα περιορισμένα οικονομικά του ζευγαριού υποχρέωσαν τον Γεώργιο Παπανικολάου- διότι αυτός είναι ο επιστήμονας στον οποίο αναφέρομαι- να εργαστεί ως πωλητής χαλιών στο πολυκατάστημα Gimbel και τη σύζυγό του να ράβει, στο ίδιο κατάστημα, κουμπιά. 

Τόμας Χαντ Μόργκαν
Ευτυχώς όμως για τον ίδιο, και περισσότερο για τις γυναίκες που επωφελήθηκαν, από την τεράστια προσφορά του, η θητεία του ως πωλητής χαλιών ήταν σύντομη. Χάρη στους παλαιούς συμπολεμιστές του στον 1ο Βαλκανικό πόλεμο, που είχαν μεταναστεύσει στις ΗΠΑ, προσελήφθη ως δημοσιογράφος στο μοναδικό ελληνόφωνο περιοδικό "Ατλαντίς", που εκδιδόταν στη Νέα Υόρκη. Αυτή η πρόσληψη στάθηκε αιτία να γνωριστεί προσωπικά με τον Τόμας Χαντ Μόργκαν*, τον καθηγητή Ζωολογίας του Πανεπιστημίου Κολούμπια,  ο οποίος εκείνη την εποχή ολοκλήρωνε, με μια ομάδα νεαρών συνεργατών του, την εργασία που έθεσε τα θεμέλια της επιστήμης της Γενετικής, στη μορφή με την οποία τη γνωρίζουμε σήμερα. 

Κάποια στιγμή, στη συνέντευξη που παραχώρησε ο Μόργκαν στον Παπανικολάου, ο Αμερικανός ρώτησε τον Έλληνα με το δυσκολοπρόφερτο όνομα, αν έχει κάποια σχέση με τον συντάκτη της εργασίας για τη Δάφνια. Όταν ο Παπανικολάου του απάντησε ότι ήταν αυτός ο συντάκτης, ο Μόργκαν συνέταξε αμέσως μια συστατική επιστολή προς το Εργαστήριο Παθολογίας του Νοσοκομείου του Κορνέλ, στην οποία πρότεινε την άμεση πρόσληψη του νεαρού επιστήμονα. Από εκεί άρχισαν όλα. Η έρευνα που του ανατέθηκε, δηλαδή η μελέτη της επίδρασης του αλκοόλ στα χρωμοσώματα των ινδικών χοιριδίων τον οδήγησε να αντιληφθεί ότι η μορφή των κυττάρων που είχαν αποσπαστεί από τη μήτρα, μπορούσε να αξιοποιηθεί ως δείκτης για την κατάσταση των ωοθηκών και της μήτρας.

Τα υπόλοιπα είναι γνωστά. Το 1928 ο Παπανικολάου, παρουσίασε το ομώνυμο τεστ του, για την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου της μήτρας, που δεν έγινε όμως αποδεκτό, παρά το 1943, όταν συνεργαζόμενος με τον γυναικολόγο Herbert F. Trau, απέδειξαν ότι το τεστ, καθιστά δυνατή ακόμη και τη διάγνωση ασυμπτωματικών μορφών καρκίνου, για τους οποίους η ιστολογική εξέταση και η βιοψία, ήταν αρνητικές.

Ο μεγάλος αυτός συμπατριώτης μας, γεννήθηκε σαν σήμερα, την 13η Μαίου του 1883  και απεβίωσε την 19η Φεβρουαρίου του 1962, ένα μήνα δηλαδή μετά την πραγμάτωση του ονείρου του, τη δημιουργία του πρώτου Αντικαρκινικού Κυτταρολογικού Ινστιτούτου, το οποίο ξεκίνησε την έρευνα, υπό τη διεύθυνση του Παπανικολάου, τον Ιανουάριο του 1962.

* Ο Morgan μνημόνευσε τη διδακτορική διατριβή του Παπανικολάου στο βιβλίο του «Κληρονομικότητα και φύλο» που εκδόθηκε το 1913 στις σελίδες 183-85