Η μπλε αμαξοστοιχία της "Εταιρείας των Μεγάλων Ανατολικών Σιδηροδρόμων” διέσχιζε αργά τον κατάφυτο αγγλικό κάμπο, το ανοιξιάτικο πρωινό του 8ης Μαΐου του 1900, κατευθυνόμενη προς το Λονδίνο. Σε ένα από τα βαγόνια της ένας μεγαλόσωμος σαραντάχρονος άνδρας, έχοντας βαρεθεί να βλέπει το όμορφο, αλλά κάπως μονότονο τοπίο, σκέφτηκε να ρίξει μια τελευταία ματιά στο δακτυλόγραφο της ομιλίας που θα έδινε το ίδιο απόγευμα στο Τσέλσυ, στη Βασιλική Εταιρεία Ανθοκομίας.
Όμως τα δάκτυλα του άνδρα που αναζητούσαν στον χαρτοφύλακά του την ομιλία, ακούμπησαν στο σκληρό εξώφυλλο ενός εντύπου. Ανασύροντας το έντυπο, θυμήθηκε πως ήταν ένα επιστημονικό περιοδικό που περιείχε μια εργασία στην οποία παρέπεμπε ο Ντε Βρίς, σε ένα άρθρο του με τίτλο: "Προβλήματα της Γενετικής”. Ο άνδρας είχε αναζητήσει και είχε βρει το περιοδικό αυτό στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου του Καίμπριτζ. Όμως είχε ξεχάσει εντελώς την ύπαρξή του και τώρα που το κρατούσε στα χέρια του και το φυλλομετρούσε είδε πως είχε εκτυπωθεί 34 χρόνια πριν σε μια πόλη της Αυστροουγγαρίας. ως φαίνεται όμως το περιοδικό ξεχάστηκε στον χαρτοφύλακά του, μαζί με το κείμενο της ομιλίας του.
Ο άνδρας της ιστορίας μας, που ονομαζόταν Γουίλιαμ Μπέιτσον και δίδασκε στο Κολλέγιο του Αγίου Ιωάννη στο Καίμπριτζ, ούτε που φανταζόταν πως η ανάγνωση της εργασίας αυτής στο πρωινό τρένο προς το Λονδίνο, αντί της απογευματινής ομιλίας του, θα άλλαζε, όχι μόνο το περιεχόμενο της ομιλίας, αλλά και την ίδια την επιστημονική του καριέρα.
Διαβάζοντας την εργασία διεπίστωσε έκπληκτος πως ο συντάκτης, ένας αυγουστινιανός μοναχός ονόματι Μέντελ, απαντούσε σε όλα τα ερωτήματα που είχαν και τον ίδιον απασχολήσει για την κληρονομικότητα. Στον χρόνο λοιπόν που του απέμενε, μέχρι το τρένο να φτάσει στο Λονδίνο, σκάρωσε μια πρόχειρη περίληψη της εντυπωσιακής εργασίας του μοναχού.Έτσι το απόγευμα αντί της προετοιμασμένης ομιλίας του, ανέλυσε στο κοινό του την εργασία του Μέντελ, παρουσιάζοντάς την, ως τη συνεκτικότερη και πλέον τεκμηριωμένη εργασία για την κληρονομικότητα.
Λέγεται πως μετά την ολοκλήρωση της ομιλίας του, στην αίθουσα έπεσε μια τέτοια σιωπή που θα μπορούσε να παραβληθεί μόνο με τη σιωπή που επακολούθησε μετά την ανάγνωση των εργασιών του Δαρβίνου και του Γουάλλας, πριν 40 περίπου χρόνια…Επιστρέφοντας στο Καίμπριτζ, ο Μπέιτσον καταπιάστηκε με τη μετάφραση της εργασίας του Μέντελ στα Αγγλικά. Η μετάφραση αυτή συνέβαλε στη διάδοση του Μεντελισμού στη βρετανική επιστημονική κοινότητα και ο Μπέιτσον, έγινε για τον Μέντελ και τους νόμους του, ό,τι ήταν για τον Δαρβίνο και την εξελικτική θεωρία, ο Τόμας Χάξλεϋ.
Στον Γουίλιαμ Μπέιτσον που γεννήθηκε σαν σήμερα την 8η Αυγούστου του 1861, οφείλουμε πολλά. Επενόησε τους όρους γενετική, ομόζυγος, ετερόζυγος, επιβεβαίωσε και επέκτεινε τη θεωρία της κληρονομικότητας στο ζωικό βασίλειο και συνεργαζόμενος με το Ρέτζιναλ Πάννετ-τον γνωστό Πάννετ των αβακίων-ανεκάλυψαν την από κοινού κληρονομική μεταβίβαση δύο χαρακτηριστικών, την οποία λίγο αργότερα εξήγησε ο Τόμας Μόργκαν, με τη σύνδεση των γονιδίων.
Ο Μπέιτσον το 1908 όντας καθηγητής βιολογίας του Κέιμπριτζ, ίδρυσε την Σχολή Γενετικής, την οποία εγκατέλειψε το 1910 για να ηγηθεί του Φυτοκομικού Ινστιτούτου Tζων Ίννες, το οποίο έδρευε στο Μέρτον. Το Ινστιτούτο πλαισιωνόταν από μια ομάδα ερευνητών, που όπως ο διευθυντής του ήταν αφοσιωμένοι στον Μεντελισμό και απέρριπταν διαρρήδην την κληρονομικότητα των επίκτητων χαρακτηριστικών που είχε εισηγηθεί τον προηγούμενο αιώνα ο Λαμάρκ.
Υπήρξε ωστόσο ένας άνθρωπος των αντιθέσεων. Ενώ αποδεχόταν το γενικό σχήμα της εξελικτικής θεωρίας του Δαρβίνου, θεωρούσε πως η Εξέλιξη δεν αποτελεί μια βαθμιαία σωρευτική αλλαγή των χαρακτηριστικών τους, αλλά ότι επιτελείται με άλματα. Ενώ είχε προωθήσει στον αγγλόφωνο κόσμο την εργασία του Μέντελ, διαφωνούσε ότι οι παράγοντες του Μέντελ-τα γονίδια-εδράζονται στα χρωμοσώματα και μόνο προς το τέλος της ζωής του αποδέχτηκε την ορθότητα της χρωμοσωμικής θεωρίας· ακόμη και τότε όμως θεωρούσε πως η χρωμοσωμική θεωρία αδυνατεί να εξηγήσει πλήρως τους μεντελικούς νόμους για την κληρονομικότητα.
Ο Μπέιτσον υπήρξε δάσκαλος του Νικολάι Βαβίλοφ, μιας μεγάλης μορφής της Ρωσικής γενετικής και μάρτυρά της κατά την περίοδο των διωγμών της από το σοβιετικό καθεστώς. Όταν ο Βαβίλοφ έφθασε το 1913 στο Μέρτον, το Φυτοκομικό Ινστιτούτο του Μπέιτσον, είχε ήδη καταστεί το κορυφαίο κέντρο γενετικής έρευνας στον κόσμο. Φεύγοντας ο Βαβίλοφ, μετά από έναν περίπου χρόνο, από το Μέρτον, είχε αποκομίσει μια πολύτιμη εμπειρία για τον τρόπο με τον οποίο προχωρά η γενετική έρευνα. Όμως, στο πρόσωπο του Μπέιτσον, είχε αποκτήσει και έναν δια βίου φίλο, παρά τα 30 περίπου χρόνια που τους χώριζαν. Γι’ αυτόν, που ο Βαβίλοφ θα ανεγνώριζε ως τον σημαντικότερο δάσκαλό του, αργότερα θα έγραφε:
«Σε αντίθεση με το καθιερωμένο στερεότυπο για τη φλεγματική, τάχα, αγγλική ιδιοσυγκρασία, ήταν αδύνατο ο νεαρός Ρώσος ερευνητής, να φανταστεί ότι θα εύρισκε περισσότερη εγκαρδιότητα, αφοσίωση και ενθαρρυντική συμπεριφορά, από αυτήν που του επεφύλαξε ο Μπέιτσον στο εργαστήριο στο Μέρτον».[i]