Ο Κάρολος Δαρβίνος στο βιβλίο του: Το ταξίδι ενός φυσιοδίφη, γύρω από τον κόσμο: Το ταξίδι με το Beagle, που εκδόθηκε πρώτη φορά το 1839, εκτός από τις περιπέτειες του ταξιδιού, τις περιγραφές των τόπων που επισκέφτηκε, και τις φυσιογνωστικές παρατηρήσεις - που αργότερα συνετέθηκαν στην περίφημη θεωρία του - αναπτύσσει, χωρίς περιστροφές, και τις σκέψεις που του γέννησαν οι ακρότητες των οποίων έγινε μάρτυρας στις χώρες που διατηρούσαν το καθεστώς της δουλείας.

Το απόσπασμα που παραθέτει η σελίδα, και σχετίζεται με τις απόψεις του συγγραφέα για τη δουλεία, έχει ληφθεί από την 11η έκδοση (σελίδες 529, 530, 531) του βιβλίου η οποία κυκλοφόρησε το 1890 και είναι αναρτημένη στη ψηφιοποιημένη συλλογή, Project Gutenberg. Εκεί ο Δαρβίνος αναφέρει τα ακόλουθα:

Την 19η Αυγούστου (σ.σ. εννοεί του 1832) εγκαταλείψαμε τελικώς τις ακτές της Βραζιλίας. Ευχαριστώ τον Θεό, που δεν θα επισκεφτώ ποτέ ξανά χώρα η οποία να διατηρεί το καθεστώς της δουλείας. Ακόμη και σήμερα, όποτε ακούω μια μακρινή κραυγή θυμάμαι με οδυνηρή ζωντάνια τα συναισθήματα που ένιωσα, όταν περνώντας από ένα σπίτι κοντά στο Pernambuco, άκουσα τους πιο αξιολύπητους θρήνους και δεν μπόρεσα παρά να υποψιαστώ ότι κάποιος φτωχός σκλάβος βασανιζόταν, γνωρίζοντας επίσης ότι ήταν τόσο ανίσχυρος, όσο ένα παιδί που δεν μπορεί ούτε να διαμαρτυρηθεί. Αν υποψιάστηκα αυτό, ήταν διότι μου είχαν διηγηθεί κάτι αντίστοιχο σε μια άλλη περίπτωση. Στο Ρίο ντε Τζανέιρο κατοικούσα απέναντι από το σπίτι μιας γηραιάς κυρίας η οποία κατείχε μηχανικούς σφιγκτήρες για να συνθλίβει τα χέρια των γυναικών σκλάβων της. 



Επίσης, είχα μείνει σε ένα σπίτι στο οποίο ο νεαρός μιγάς που εκτελούσε οικιακές εργασίες, υβριζόταν, ξυλοκοπιόταν και κατατρεχόταν, καθημερινά ώστε να συντριβεί ως το επίπεδο του πνεύματος ενός κατώτατου ζώου.  Είδα - πριν προλάβω να επέμβω - να χτυπούν με μαστίγιο αλόγου το γυμνό κεφάλι ενός μικρού αγοριού, έξι ή επτά ετών, μόνο και μόνο διότι μου είχε δώσει να πιω νερό, από ένα ποτήρι που δεν ήταν τόσο καθαρό. Είδα τον πατέρα του να τρέμει στη ματιά που του έριξε ο αφέντης του. 

Ήμουν μάρτυρας αυτών των αγριοτήτων ενώ βρισκόμουν στην Ισπανική αποικία, για την οποία πάντα λεγόταν, ότι μεταχειριζόταν τους σκλάβους καλύτερα απ' ότι οι Πορτογάλοι, οι Άγγλοι και οι άλλες ευρωπαϊκές εθνότητες. Είδα στο Ρίο ντε Τζανέιρο, έναν δυνατό μαύρο να φοβάται να αποκρούσει το χτύπημα, που νόμιζε πως κατευθυνόταν στο πρόσωπό του. Κι ήμουν παρών όταν ένας καλόκαρδος άντρας ήταν έτοιμος να χωρίσει για πάντα τους άνδρες, τις γυναίκες και τα παιδιά, ενός μεγάλου αριθμού οικογενειών, με τις οποίες είχε ζήσει για πολλά χρόνια μαζί.  

Δεν θα αναφερθώ καν στις πολλές αποκαρδιωτικές φρικαλεότητες που τεκμηριωμένα μου αφηγήθηκαν. Ούτε θα ανέφερα τις εξοργιστικές λεπτομέρειες που σας διηγήθηκα, αν δεν είχα συναντήσει πολλούς ανθρώπους, τόσο τυφλωμένους από την ιδιοσυγκρασιακή ευθυμία των μαύρων, ώστε να μιλούν για τη δουλεία, ως ένα αναγκαίο κακό. Τέτοιοι άνθρωποι, μιλούν έχοντας την εμπειρία των σπιτιών των ανωτέρων τάξεων, στα οποία η μεταχείριση των οικιακών σκλάβων, είναι συνήθως καλή, και δεν έχουν ζήσει μεταξύ των κατώτερων τάξεων, όπως έζησα εγώ. Τέτοιοι ερευνητές ρωτούν συνήθως τους σκλάβους για την κατάσταση την οποία βιώνουν. Ξεχνούν όμως, ότι ο σκλάβος θα πρέπει να είναι ηλίθιος για να μην υπολογίζει το ενδεχόμενο να φθάσει η απάντηση που έδωσε, στα αυτιά του αφεντικού του.

Υποστηρίζεται ότι το προσωπικό συμφέρον (σ.σ. εννοεί του κυρίου του σκλάβου για την  "ιδιοκτησία" του) θα αποτρέψει την υπερβολική σκληρότητα, σαν τάχα, το προσωπικό συμφέρον μας να έχει προστατεύσει τα οικόσιτα ζώα, από τις διαθέσεις μας, τα οποία στο κάτω, κάτω, είναι λιγότερο πιθανό να εξοργίσουν τον κτηνώδη αφέντη τους, απ' όσο οι εξαθλιωμένοι σκλάβοι του.

Αυτό είναι ένα επιχείρημα στο οποίο έχει αντιταχθεί, εδώ και πολύ καιρό, με ευγενή συναισθήματα και με εντυπωσιακή τεκμηρίωση, ο πάντοτε λαμπρός Humboldt (αναφέρεται στον επιφανή Γερμανό φυσιοδίφη και εξερευνητή Alexander Humboldt, τον οποίον εθαύμαζε). Συχνά επιχειρείται η υποβάθμιση της δουλείας, διά της σύγκρισης της κατάστασης των σκλάβων με την κατάσταση των φτωχότερων συμπολιτών μας. Αν η δυστυχία των φτωχών δεν οφείλεται στους νόμους της φύσης, αλλά στους θεσμούς μας, τότε το κρίμα μας είναι μεγάλο. Αλλά πώς αυτό, μπορεί να έχει κάποια σχέση με τη δουλεία, είναι αδύνατον να το δω. Καθώς αν γινόταν κάτι τέτοιο δεκτό, τότε θα μπορούσε κάποιος να υπερασπιστεί τη χρήση μηχανικών σφιγκτήρων που συνθλίβουν τα δάκτυλα, επειδή σε κάποια άλλη χώρα κάποιοι άνθρωποι υποφέρουν από τις συνέπειες μια σοβαρής επιδημίας. 

Όσοι αντιμετωπίζουν με κατανόηση τον ιδιοκτήτη σκλάβων και ψυχρή καρδιά τον σκλάβο, ποτέ δεν βάζουν τον εαυτό τους στη θέση του. Τι παρήγορη όμως προοπτική, να μην έχεις καμία ελπίδα αλλαγής. Φανταστείτε λοιπόν τον εαυτό σας στην κατάσταση όπου από πάνω σας, από πάνω από τη γυναίκα σας και τα παιδιά σας - πράγματα δηλαδή για τα οποία η φύση παροτρύνει και τον σκλάβο να τα θεωρεί δικά του- επικρέμεται το ενδεχόμενο να τα αποχωριστεί για να πωληθούν ως θηρία, στον πρώτο πλειοδότη! 

Και αυτές οι πράξεις γίνονται ή δικαιολογούνται από ανθρώπους οι οποίοι δηλώνουν πως αγαπούν τον πλησίον τους, όπως τον εαυτό τους· από ανθρώπους που επικαλούνται τον Θεό και προσεύχονται να γίνει το θέλημά του στη Γη. Θα έπρεπε το αίμα κάποιου να βράζει και η καρδιά του να συνταράσσεται στη σκέψη ότι εμείς οι Άγγλοι και οι Αμερικανοί απόγονοί μας, με την υπερήφανη κραυγή ελευθερίας που εξέβαλαν, θα ήμασταν και θα εξακολουθούμε να είμαστε τόσο ένοχοι. Ωστόσο είναι παρηγοριά το να σκεφτόμαστε ότι το έθνος μας, έχει κάνει πολύ περισσότερα από κάθε άλλο, προκειμένου να εξιλεωθούμε από την αμαρτία μας.